γέρας, βραβείο

γέρας, βραβείο
el guardo'

Griechisch-Katalanisch Wörterbuch.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • γέρας — το (AM γέρας) 1. αριστείο, βραβείο, έπαθλο αρχ. 1. (για νεκρούς) η επιθανάτια τιμή 2. προνόμιο ή δικαίωμα που παρέχεται σε βασιλείς ή ευγενείς 3. δώρο 4. η αμοιβή που έπαιρναν οι ιερείς στις θυσίες ζώων. [ΕΤΥΜΟΛ. Λ. ήδη ομηρική, ίσως δε και… …   Dictionary of Greek

  • παγγέραστος — παγγέραστος, ον (Μ) αυτός που τιμάται από όλους. [ΕΤΥΜΟΛ. < παν * + γέρας «βραβείο», με αφομοιωτική τροπή τού ν σε γ·] …   Dictionary of Greek

  • άθλο — το (Α ἆθλον και ασυναίρ. ἄεθλον) βραβείο, έπαθλο, γέρας νεοελλ. (συνήθως στον πληθυντικό ειρωνικά) τα άθλα, κατορθώματα, αξιοκατάκριτες πράξεις αρχ. 1. βραβείο σε αγώνα, βραβείο, επιβράβευση, αμοιβή 2. άθλος, αγώνας, επίπονη προσπάθεια, πάλη 3.… …   Dictionary of Greek

  • γεράζω — (I) γερνώ. [ΕΤΥΜΟΛ. < (αόρ.) εγέρασα τού γερνώ, κατά τα ρ. σε άζω]. (II) γεράζω (Α) [γέρας] απονέμω γέρας, τιμητικό βραβείο σε κάποιον …   Dictionary of Greek

  • αρισθάρματος — ἀρισθάρματος, ον (Α) ο καλύτερος στην αρματηλασία («ἀρισθάρματον γέρας» το βραβείο του καλύτερου άρματος στην αρματηλασία). [ΕΤΥΜΟΛ. < άριστος + άρμα ( ατος)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”